Η National Gallery of Victoria (NGV) της Μελβούρνης, η νέα έκθεση "Westwood Kawakubo" επιχειρεί μια αναπάντεχη συνομιλία ανάμεσα σε δύο από τις πιο ριζοσπαστικές μορφές της μόδας. Η ιδέα στηρίζεται σε μια μακρά παράδοση του μουσείου να θέτει καλλιτέχνες απέναντι ο ένας στον άλλο, προσκαλώντας τους επισκέπτες να ανακαλύψουν τις συγκλίσεις και τις αποκλίσεις τους. Από τον Warhol και τον Ai Weiwei μέχρι τον Haring και τον Basquiat, η NGV έχει μετατρέψει αυτή την προσέγγιση σε χαρακτηριστικό της.
Η Rei Kawakubo και η Vivienne Westwood, γεννημένες με έναν χρόνο διαφορά και διαμορφωμένες από διαφορετικές κουλτούρες -η μία στο Τόκιο, η άλλη στο Derbyshire της Αγγλίας- ακολούθησαν ωστόσο παράλληλες διαδρομές. Στα τέλη της δεκαετίας του ’60 και στις αρχές του ’70 μπήκαν δυναμικά στο προσκήνιο: η Kawakubo με την Comme des Garçons και η Westwood με τα πρώτα της καταστήματα στην King’s Road, δίπλα στον Malcolm McLaren. Από εκείνη τη στιγμή και έπειτα, και οι δύο άρχισαν να υπονομεύουν τις κυρίαρχες αντιλήψεις για το ρούχο.



Η Westwood το έκανε μέσω μιας αισθητικής που συνδύαζε την ωμή ενέργεια του punk με την ανεμελιά της ιστορικής αναβίωσης. Οι κορσέδες, τα κρινολίνα και η γλυκιά υπερβολή της μπαρόκ ζωγραφικής έγιναν για εκείνη εργαλεία κριτικής, χιούμορ και θεατρικότητας. Η Kawakubo, αντίθετα, επέλεξε τον δρόμο της απόλυτης αφαίρεσης: μεταμόρφωσε το σώμα μέσα από φόρμες που αμφισβητούσαν τον ίδιο τον σκοπό του ενδύματος. Η συλλογή "Lumps and Bumps" του 1997 παραμένει ένα από τα πιο χαρακτηριστικά παραδείγματα της ανατρεπτικής της σκέψης.
Παρότι οι δύο σχεδιάστριες συναντήθηκαν ελάχιστες φορές και συνεργάστηκαν ακόμη πιο σπάνια -με μια σχεδόν άγνωστη συμπαραγωγή το 2002, όπου αρχειακά σχέδια της Westwood ντύθηκαν με υφάσματα Comme des Garçons- ανέπτυξαν μια σχέση αμοιβαίας εκτίμησης. Και οι δύο βρήκαν στο Παρίσι τον φυσικό χώρο παρουσίασης του έργου τους, εκεί όπου ο διάλογός τους συνεχίζεται μέχρι σήμερα: η Kawakubo με τις αδιάλειπτες collections του Comme des Garçons και ο οίκος Westwood πλέον υπό τη δημιουργική καθοδήγηση του Andreas Kronthaler.


Η αφετηρία για την έκθεση της NGV ήταν η ήδη εκτενής συλλογή του μουσείου: πάνω από 100 δημιουργίες της Westwood και περισσότερες από 300 της Kawakubo. Το να τοποθετηθούν για πρώτη φορά μαζί δημιουργούσε μια φυσική αφήγηση, η οποία στη συνέχεια οργανώθηκε σε πέντε θεματικές ενότητες: "Punk and Provocation", "Rupture", "Reinvention", "The Body" και "The Power of Cloth".
Αν και οι δύο σχεδιάστριες μοιράζονταν την επιθυμία να ξαναγράψουν τους κανόνες στον τρόπο που ντυνόμαστε και να απελευθερώσουν τη μόδα από τα στερεότυπα, οι διαφορές τους είναι εξίσου αποκαλυπτικές. Η Westwood κινείται ανάμεσα στην παρωδία και την πρόκληση, χρησιμοποιώντας την ιστορία σαν σκηνικό για ανατροπές και χιουμοριστικά σχόλια. Η Kawakubo, πιο εσωστρεφής και εννοιολογική, ενδιαφέρεται περισσότερο για το πώς η φόρμα μπορεί να θέσει ερωτήματα παρά να δώσει απαντήσεις.


Η σκηνογραφία της έκθεσης αντανακλά αυτή τη διπλή ενέργεια: άλλοτε πλούσια και βυθιστική, όπως μια σύγχρονη εκδοχή σαλονιού του 18ου αιώνα, και άλλοτε αυστηρή και industrial, με αλουμίνια, σκυρόδεμα και οθόνες που διατρέχουν τους διαδρόμους. Τα looks του Comme des Garçons ντύθηκαν από την ειδική ομάδα του οίκου που ταξίδεψε από την Ιαπωνία, ενώ τα σύνολα της Westwood συνοδεύονται από υποδήματα και εντυπωσιακά headpieces, πολλά από τον μακροχρόνιο συνεργάτη της, Stephen Jones. Αρχειακό υλικό, έντυπα, βίντεο και φωτογραφίες συμπληρώνουν την αφήγηση, χαρτογραφώντας το εύρος και την εξέλιξη των δύο δημιουργών.
Η έκθεση τελικά αναδεικνύει το αποτύπωμά τους στη μόδα: την ικανότητά τους να αμφισβητούν την ομορφιά όπως την ξέρουμε, να ταράζουν τις βεβαιότητες και να ανοίγουν τον δρόμο για νέες μορφές ελευθερίας στην ενδυμασία. Για τους επισκέπτες, αποτελεί μια σπάνια ευκαιρία να δουν όχι μόνο το έργο τους, αλλά και τον τρόπο με τον οποίο δύο τόσο διαφορετικές δημιουργικές φωνές μπορούν να συνομιλήσουν μέσα στον χρόνο.


Info: Η έκθεση θα διαρκέσει έως τις 19 Απριλίου 2026
Με πληροφορίες από Wallpaper | Κεντρική φωτογραφία: Sean Fennessy
